Η Διαμαντοπούλου βιάζεται να περιορίσει το άσυλο

Κατηγορία: 

Μεγάλη σπουδή έχει επιδείξει η υπουργός Παιδείας, Διαμαντοπούλου Α., να ενεργοποιηθούν οι διατάξεις για το πανεπιστημιακό άσυλο, όπως αυτές προβλέπονται από τον ψηφισμένο «νόμο-πλαίσιο» της Γιαννάκου Μ. υπουργού Παιδείας επί ΝΔ. Κύλισε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι.

Οι πρόνοιες του εν λόγω νόμου για το άσυλο είχαν δικαίως ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων στα δημόσια τριτοβάθμια ιδρύματα όταν ψηφίζονταν το νομοσχέδιο, με αποτέλεσμα οι αντιεκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις να μην εφαρμοστούν ποτέ, μέχρι σήμερα, στην πράξη. Θυμίζουμε ότι οι διατάξεις θεσπίζουν τρεις σημαντικές αλλαγές σε βάρος τού ασύλου: α) τον περιορισμό του ασύλου συγκεκριμένα στα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας, και όχι σε όλο τον λαό· β) τον περιορισμό του ασύλου μόνο στους χώρους διδασκαλίας και επιστημονικής έρευνας, και όχι στο σύνολο των χώρων και των εγκαταστάσεων που ανήκουν στα τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα· και γ) τον περιορισμό των προϋποθέσεων υπό τις οποίες επεμβαίνει η αστυνομία σε χώρους του ασύλου.

Στην τωρινή συγκυρία, για μια ακόμη φορά το ΠΑΣΟΚ δίνει αγώνα για να γίνουν πράξη οι σχεδιασμοί της ..ΝΔ. Ήδη από τον Δεκέμβριο του 2009, η νυν υπουργός Παιδείας, με προσωπική της παρέμβαση, έθετε ως θέμα συζήτησης στην 62η Σύνοδο των Πρυτάνεων (αρχικά, εκτός ατζέντας) «το πανεπιστημιακό άσυλο». Τέλη Ιανουαρίου, η Διαμαντοπούλου επαναφέρει το θέμα, αυτή τη φορά, μάλιστα, ακόμη πιο επιτακτικά. Με επιστολή της προς τους Πρυτάνεις των ΑΕΙ και τους Προέδρους των ΤΕΙ ζητά καταρχήν από κάθε δημόσιο τριτοβάθμιο ίδρυμα «να ορίσει επακριβώς τους χώρους που προβλέπονται για έρευνα και εκπαίδευση, ώστε η οριοθέτηση του ασύλου να δίνει και τη δυνατότητα αποτελεσματικής εφαρμογής του». Η υπουργός εκβιάζει τη «χαρτογράφηση» (εννοεί «περιορισμό») των ορίων του ασύλου με κατονομασμένο στόχο, ανάμεσα σ’ άλλα «την προστασία της αδιάλειπτης λειτουργίας της εκπαίδευσης και της έρευνας στα Ιδρύματα». Βέβαια, αν πραγματικά ενδιαφερόταν για την αδιάλειπτη λειτουργία, θα έπρεπε πρώτα-πρώτα να μνημονεύσει το θέμα της κρατικής υποχρηματοδότησης των ΑΕΙ και ΤΕΙ, της συστηματικά μεθοδευόμενης απαξίωσης της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με την παράλληλη πριμοδότηση των κολεγίων και της ιδιωτικής μεταλυκειακής ψευτοεκπαίδευσης.

Η Διαμαντοπούλου επίσης ζητά «να διασφαλιστεί η άμεση επικοινωνία των Πανεπιστημίων με τους λοιπούς αρμόδιους για την εφαρμογή των προβλέψεων του Νόμου και των εσωτερικών κανόνων λειτουργίας των Πανεπιστημίων». Με εύγλωττο τρόπο, η υπουργός εδώ ουσιαστικά περιγράφει ανερυθρίαστα τη «συνεργασία πανεπιστημιακών και εισαγγελέα». Για τυχόν καταστροφές σε χώρους τριτοβάθμιων ιδρυμάτων, η ευθύνη μεταφέρεται εμμέσως, πλην σαφώς, στους πρυτάνεις και προέδρους των σχολών, οι οποίοι, μ’ ένα απλό τηλεφώνημα τους στην αστυνομία, μπορούν να «αποτρέψουν το κακό». Και στο παρελθόν έχουν γίνει σχόλια για ευθύνες των πανεπιστημιακών, τώρα όμως οι πιέσεις και οι εκβιασμοί σε βάρος τους επιτείνονται.

Η υπουργός, δυστυχώς, δεν περιορίστηκε σ’ αυτά, αλλά συνεχίζει: «Κάθε Πανεπιστήμιο θα πρέπει να λάβει διαρκή μέτρα περιφρούρησης της συνολικής του περιουσίας, αλλά και της ασφάλειας των προσώπων που νόμιμα βρίσκονται εκεί, ώστε στο μέλλον να αποτραπούν καταστροφές οι οποίες δυσχεραίνουν το ακαδημαϊκό έργο, επιβαρύνουν τον φορολογούμενο πολίτη και προσβάλουν την αξιοπρέπεια όλων μας». Μάλιστα. Βέβαια ο καημός της κυβέρνησης για τον φορολογούμενο πολίτη, δεν πείθει, αλλά ακόμη κι αυτό, είναι δευτερεύον. Η ουσία είναι ότι η Διαμαντοπούλου, ασφαλώς με προσεγμένες διατυπώσεις, εισηγείται την τοποθέτηση φυλάκων-σεκιούριτι στις σχολές (αυτό κι αν είναι κατάργηση του ασύλου!). Στη Νομική, ήδη το 2009, διατυπώθηκε συγκεκριμένη πρόταση από τον πρόεδρο της σχολής, Φορτσάκη Θ., για είσοδο των φοιτητών στις εγκαταστάσεις του εκπαιδευτικού ιδρύματος μόνο μετά την επίδειξη τής φοιτητικής τους ταυτότητας, και για σύσταση ειδικού σώματος φύλαξης του κτηρίου. Νόμος και τάξη, στις τάξεις της Νομικής. Ευχή της υπουργού είναι οι δημιουργικές αυτές προτάσεις να γενικευτούν, και, το κυριότερο, να εφαρμοστούν στην πράξη.

Παίρνοντας φόρα, η Διαμαντοπούλου κάλεσε ακόμη τα εκπαιδευτικά ιδρύματα να προχωρήσουν «στην πλήρη καταγραφή των όποιων χώρων τελούν υπό μακρόχρονη κατάληψη, ώστε να ανακτήσουν οι δικαιούμενοι, φοιτητές, καθηγητές και λοιπά μέρη της ακαδημαϊκής κοινότητας την ελεύθερη πρόσβαση σε αυτούς». Προφανώς εδώ η αναφορά δεν γίνεται για τους χώρους που καταλαμβάνουν η ΔΑΠ και η ΠΑΣΠ τόσο προεκλογικά, όσο και καθ’ όλη τη διάρκεια του ακαδημαϊκού έτους. Το μόνο βέβαιο είναι ότι στην πρόταση της υπουργού δεν περιγράφεται με «ποιο ακριβώς τρόπο» η καταγραφή του κατειλημμένου χώρου οδηγεί αυτόματα στην ανάκτησή του από τους «δικαιούμενους».

Στην πραγματικότητα, όλες οι προτάσεις της υπουργού είναι εξαιρετικά επικίνδυνες. Αν πραγματικά ενδιαφέρεται για την τάξη και την ευρυθμία σε ΑΕΙ και ΤΕΙ, το πρώτο πράγμα που οφείλει να κάνει είναι να πάρει πίσω, μία προς μία, όλες τις προτάσεις της.

Διότι, αν προτείνει την παρουσία της αστυνομίας έξω από τα αμφιθέατρα («Τα πεζοδρόμια και οι δρόμοι δεν είναι άσυλο», κατά την ακριβή φράση της Διαμαντοπούλου), τη συνεργασία αστυνομίας και πανεπιστημιακών, την τοποθέτηση μπράβων στις εισόδους των σχολών, και μάχες, λόγου χάρη, για να ανακαταληφθεί από κάποιους «δικαιούμενους»(;) ένα στέκι αριστερών ή αριστεριστών ή και αναρχικών φοιτητών, συμβαίνουν δύο τινά: είτε δεν κατανοεί τις πρακτικές συνέπειες των προτάσεών της, οπότε είναι απλώς ακατάλληλη για πολιτικός, πόσο μάλλον για υπουργός Παιδείας, είτε τις κατανοεί, οπότε είναι εξαιρετικά επικίνδυνη για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια.

Ένα σημαντικό ερώτημα που, παράλληλα, πλανάται είναι «γιατί τόσο εσπευσμένα και επιτακτικά» η ηγεσία του υπουργείου επιθυμεί να προωθήσει τις διαδικασίες για τον ορισμό, δηλαδή τον περιορισμό, του ασύλου. Η επιστολή της Διαμαντοπούλου προς τους Πρυτάνεις και Προέδρους, καταλήγει: «Η κυβέρνηση προσδοκά να έχει τις απαντήσεις σας σε όλα τα παραπάνω θέματα το ταχύτερο δυνατόν. Εκτιμώ ότι στο αμέσως προσεχές διάστημα μπορούν να κατατεθούν σχετικές προτάσεις, ώστε να αρχίσει η συζήτηση μέσα σε καθορισμένο χρονοδιάγραμμα..» Με τόσα πολλά πολιτικά μέτωπα ανοικτά, γιατί η κυβέρνηση βιάζεται να ανοίξει κι άλλο ένα;

Η απάντηση δεν μπορεί να είναι μονοδιάστατη. Ωστόσο οι πιο απλές εξηγήσεις είναι και οι πιο λογικές. Ανοίγει ένα μέτωπο ακόμα, διότι δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά. Οι κοινωνικές πιέσεις θα δημιουργήσουν αναπόφευκτα εντάσεις, και στους φοιτητικούς-σπουδαστικούς χώρους. Μέριμνα της κυβέρνησης είναι καταρχήν να διατρανώσει ένα μήνυμα ισχύος, πειθαρχίας και ελέγχου, δύο βήματα έξω από τις αίθουσες διδασκαλίας και τα αμφιθέατρα. Παράλληλα, θέλει με τις ενέργειές της αυτές να προλάβει τα (αναμενόμενα) «χειρότερα», τα αναπόφευκτα κύματα αντίδρασης στις πολιτικές της κοινωνικής καταπίεσης, της περιστολής των κεκτημένων δικαιωμάτων, και της ολοσχερούς απαξίωσης της δημόσιας εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες της. Ο επίλογος της επιστολής της Διαμαντοπούλου, απόλυτα ειλικρινής: «Θεωρώ ότι είναι σημαντικό να μην ακολουθούμε τα γεγονότα, αλλά να τα προλαμβάνουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.» Η συνέχεια, στις φοιτητικές αίθουσες.

Διαβάστε επίσης