Υπέρογκοι εξοπλισμοί στραγγίζουν το εισόδημα του λαού

Τα εξοπλιστικά προγράμματα της χώρας μας αποτελούν διαχρονικά παράγοντα αφαίμαξης του λαϊκού εισοδήματος. Η Ελλάδα έχει υπάρξει για πολύ καιρό η μόνη πέραν των ΗΠΑ από τις χώρες του ΝΑΤΟ που ευθυγραμμίζεται με τη ρήτρα που θέτει σχετικά με το ποσοστό του ΑΕΠ που πρέπει να επενδύεται σε εξοπλισμούς.
Αυτό από μόνο του είναι εκπληκτικό, αν σκεφτεί κανείς ότι αυτόν τον όρο δεν τον εκπληρώνει ούτε η Τουρκία, που διαρκώς αμφισβητεί τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα, πραγματοποιεί επεμβάσεις σε μια σειρά χώρες όπως η Συρία, το Ιράκ, η Λιβύη και η Κύπρος, ενώ παράλληλα διατηρεί την απειλή με πόλεμο ενάντια στην Ελλάδα, το γνωστό casus belli σε περίπτωση που η τελευταία αποφασίσει να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια, όπως προβλέπεται από το διεθνές δίκαιο της θάλασσας.
Προκαλεί επίσης εντύπωση που άλλες χώρες του ΝΑΤΟ, όπως η Γαλλία, η οποία αποτελεί και την στρατιωτική δύναμη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη Μεγάλη Βρετανία, ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και οι δύο, δεν εκπληρούν εδώ και πολλά χρόνια αυτόν τον όρο.
Επίσης, τα εξοπλιστικά προγράμματα της Ελλάδας είναι παραδοσιακά και πηγή σκανδάλων, με την αγορά προβληματικού, υπερκοστολογημένου ή και ακατάλληλου για τις ανάγκες της εξοπλισμού. Από τα υποβρύχια Type - 214 που «έγερναν» μέχρι τα τεθωρακισμένα άρματα τύπου Leopard 2 που αγοράστηκαν αλλά παρέμεναν 11 χρόνια(!) δίχως βλήματα, πολλά περιστατικά τέτοιας υφής θα βρει κανείς, με το δημόσιο, δηλαδή των ελληνικό λαό και δαρμένο και γδαρμένο.
Κορυφαία εξέλιξη αυτής της κατάστασης αποτελεί η πολυδιαφημισμένη συμφωνία Γαλλίας - Ελλάδας του περασμένου Σεπτεμβρίου, που πέραν των δεσμεύσεων για στρατιωτική συνδρομή σε περίπτωση που κάποια από τις δύο δεχθεί επίθεση, περιλαμβάνει και την αγορά αεροσκαφών, φρεγατών και κορβετών. Πρόκειται για μια συμφωνία μαμούθ, σχετικά με την οποία ανέφερε τότε ο απεσταλμένος του γερμανικού ARD: «Για να πληρώσει τα νέα μαχητικά αεροσκάφη, τις φρεγάτες και τα όπλα η Ελλάδα θέλει να αυξήσει τον αμυντικό προϋπολογισμό της κατά το ένα τρίτο. Στα επόμενα δέκα χρόνια η κυβέρνηση της Αθήνας θέλει να επενδύσει επιπλέον δέκα δισεκατομμύρια ευρώ στις ένοπλες δυνάμεις. Και αυτό ενώ ήδη σήμερα η Ελλάδα είναι η χώρα με το υψηλότερο δημόσιο χρέος στην ΕΕ». Και μιας και αναφέρθηκε και στο δημόσιο χρέος, σίγουρα όλο αυτό το πανηγύρι των εξοπλισμών έχει συνεισφέρει στη μνημονιακή υποδούλωση του 2010.
Σαν να μην έφτανε όμως αυτό, ο πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, υπήρξε αφορμή ώστε ο υπουργός Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος να ανακοινώσει και άλλες δαπάνες που αφορούν την αγορά τορπιλών για υποβρύχια και εκσυγχρονισμό των αεροσκαφών F-16 καθώς και των τεθωρακισμένων Leopard.
Μετά από τη δεκαετή μνημονιακή λαίλαπα και τα δύο χρόνια χείριστης αντιλαϊκής διαχείρισης της πανδημίας, ο ελληνικός λαός βιώνει πρωτοφανείς στερήσεις. Η ανεργία βρίσκεται σταθερά ψηλά, ο πληθωρισμός και η ακρίβεια σε ζωτικά προϊόντα είναι εκτός ελέγχου και τα καύσιμα είναι πλέον πολυτέλεια. Το δημόσιο χρέος είναι σε χειρότερα επίπεδα από τότε που η χώρα μας υπέγραψε το πρώτο μνημόνιο με το ΔΝΤ και τον ESM. Παράλληλα, μια ασύδοτη διασπάθιση του δημόσιου χρήματος εξελίσσεται μπροστά στα σαστισμένα μάτια του λαού από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, με αμέτρητα περιστατικά προκλητικών «δώρων» προς διάφορες μερίδες της μεγαλοαστικής τάξης, από τα ΜΜΕ, τις εταιρείες διοδίων, μέχρι και το «μεγάλο περίπατο» για να θυμηθούμε μερικά. Είναι μέσα σε αυτές τις συνθήκες ταχείας φτωχοποίησης, που ακούει ότι δεν υπάρχουν «λεφτόδεντρα» για νοσοκομεία, σχολεία και μέσα μεταφοράς, αλλά τώρα πληροφορείται ότι πρέπει να πληρώσει τουλάχιστο άλλα δέκα δισεκατομμύρια ευρώ για εξοπλισμούς…
Μάλιστα ίσως και διαισθανόμενη αυτήν την πίεση, η κυβέρνηση και ο ίδιος ο Μητσοτάκης, προάγουν τώρα μια επιχειρηματολογία σύμφωνα με την οποία, η άμυνα της χώρας αποτελεί ειδικό ξεχωριστό κεφάλαιο που δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται με τα ίδια μέτρα και σταθμά όπως τα υπόλοιπα μέρη του κρατικού προϋπολογισμού.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια παραλλαγή του γνωστού επιχειρήματος, ότι η Ελλάδα έχει ανάγκη αυτούς τους εξοπλισμούς, προκειμένου να διατηρεί την αποτρεπτική της ισχύ έναντι της επιθετικής και αναθεωρητικής Τουρκίας και όχι μόνο. Αυτή η άποψη φαίνεται εύλογη και μοιάζει δύσκολο να της ασκηθεί κριτική.
Υπάρχει ένα ρητό για τον πόλεμο που λέει: «Οι ερασιτέχνες μιλούν για ελιγμούς και όπλα, οι επαγγελματίες για λογιστική». Για αρχή, η άμυνα και η ασφάλεια μιας χώρας είναι ένα πολύ πιο σύνθετο πρόβλημα από τα όπλα που αγοράζει. Η παραπάνω αντίληψη το υποβιβάζει σε αμιγώς στρατιωτικό (ή καλύτερα οπλικό), ενώ πρόκειται για ένα ζήτημα πρωτίστως πολιτικό με πολλές πλευρές, όπως η οικονομία, η παραγωγική δυνατότητα και βάση, η ενεργειακή αυτάρκεια που είναι και ζήτημα επίκαιρο, ο πληθυσμός και η κατάστασή του και πολλά άλλα. Συνεπώς οι εξοπλισμοί είναι ένα μόνο μέρος του ζητήματος, και αν γίνεται με τρόπο που υπονομεύονται τα υπόλοιπα, χρειάζονται σίγουρα δεύτερες σκέψεις...
Από την άλλη, ένα άλλο επιχείρημα που προβάλλεται είναι ότι με τις αγορές όπλων που συνοδεύονται και από πολιτικοστρατιωτικές συμφωνίες, όπως την πρόσφατη μεταξύ Γαλλίας και Ελλάδας, συσφίγγουμε τις σχέσεις μας με τις ισχυρές ιμπεριαλιστικές χώρες και κερδίζουμε υψηλή προστασία από αυτές. Εδώ φαίνεται και το σημαντικότερο πρόβλημα του καθεστώτος της ξένης εξάρτησης που εξουσιάζει τη χώρας μας. Η εναπόθεση της υπεράσπισης της πατρίδας μας στους ιμπεριαλιστές κηδεμόνες του. Έχοντας επιλέξει η ντόπια ολιγαρχία να ζει υπό την κηδεμονία άλλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, είναι και ιδεολογικά ανέτοιμη η ίδια να υπερασπισθεί τη χώρα και το ίδιο ισχύει και για το πολιτικό της προσωπικό είτε πρόκειται για κυβέρνηση της Δεξιάς είτε του Κέντρου ή της ψευτοαριστεράς και αυτό είναι το πιο καθοριστικό στο ερώτημα αυτό. Ένα καθεστώς πολιτικά απρόθυμο και ιδεολογικά ανέτοιμο να υπερασπίσει τη χώρα, που την έχει στείλει στα βράχια οικονομικά και πολιτικά, τί θα τα κάνει τα όπλα;
Άλλωστε η άποψη της εξασφάλισης υψηλής προστασίας δεν έχει επιβεβαιωθεί ακόμα στην πράξη. Από την τούρκικη εισβολή στην Κύπρο, μέχρι και την κρίση των Ιμίων και το ζήτημα της ΑΟΖ, όχι μόνο δεν είδαμε κάτι τέτοιο, παρά οδηγήθηκε η χώρα μας σε συμφωνίες όπως αυτές του Ελσίνκι και της Μαδρίτης, που αναγνωρίζουν «ζωτικά συμφέροντα» της Τουρκίας στο Αιγαίο, που το «γκριζάρουν» και θολώνουν τα σύνορά του.
Αλλά και τα πανάκριβα όπλα, μέχρι στιγμής μόνο σε αποστολές στα πλαίσια των εκστρατειών και των επιχειρήσεων των ιμπεριαλιστών έχουν χρησιμοποιηθεί, παρά για την υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας. Τα παραδείγματα είναι πολλά. Από την πρόβλεψη της ελληνογαλλικής συμφωνίας για αποστολή εκστρατευτικού σώματος στη ζώνη του Σαχέλ στην Αφρική, τη συστοιχία πυραύλων Patriot που βρίσκεται στη Σαουδική Αραβία, τις φρεγάτες που περιπολούσαν στη θάλασσα στο Ιράκ και στα εκστρατευτικά σώματα σε Αφγανιστάν και Κόσοβο, αλλά και με τον πρωθυπουργό να διαβεβαιώνει τώρα, πως αν ζητηθεί από το ΝΑΤΟ, η Ελλάδα θα συμμετάσχει στρατιωτικά στον πόλεμο στην Ουκρανία, κάτι που ήδη κάνει σε κάποιο βαθμό, μέσω αεροπλάνου - ραντάρ στην Μαύρη Θάλασσα. Βλέπουμε λοιπόν εδώ ένα άλλο σημαντικό στοιχείο των εξοπλισμών. Δεν εξοπλιζόμαστε για να υπερασπιστούμε τη χώρα μας, αλλά για να συνδράμουμε τους ιμπεριαλιστές επικυρίαρχους της πατρίδας μας στα επιθετικά τους σχέδια, εμπλέκοντάς την σε επικίνδυνες για το λαό καταστάσεις. Οι ιμπεριαλιστές πωλητές μας εξοπλίζουν, αλλά στην πραγματικότητα κάνουν οι ίδιοι χρήση των όπλων μας. Ο απερχόμενος Αμερικάνος πρέσβης στην Ελλάδα, Τζέφρυ Πάιατ είχε χαρακτηρίσει τη χώρα μας ως «γεωπολιτικό μεντεσέ». Από τα πεπραγμένα και σε βάθος χρόνου φαίνεται ότι οι εξοπλισμοί ακριβώς διασφαλίζουν την ικανοποιητική λειτουργία αυτού του μεντεσέ για λογαριασμό των ιμπεριαλιστών.
Με βάση όλα αυτά, είναι τουλάχιστο περίεργο, διάφοροι μεγαλοσχήμονες πολιτικοί και στρατιωτικοί αναλυτές να κοκορεύονται ότι τώρα με τα νέα αεροσκάφη Rafale και τις φρεγάτες Belharra, «ανατράπηκε ο συσχετισμός δύναμης στο Αιγαίο υπέρ της Ελλάδας«. Πρόκειται για την επιδερμική και επιλεκτική ανάγνωση της πραγματικότητας των παραγόντων ενός υποτελούς καθεστώτος.
Αυτό που δε φαίνεται να ανατρέπεται είναι η διαπίστωση που πολλάκις έχει γίνει στη διεθνή διπλωματία, ότι η Τουρκία είναι «αναντικατάστατος σύμμαχος» για τις ΗΠΑ, που σημαίνει ότι στο βαθμό που η γειτονική χώρα έχει ισχυροποιηθεί και αναβαθμιστεί τα τελευταία χρόνια, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός θα διαπραγματευθεί με αυτήν για να την κρατήσει, στο βαθμό άλλωστε που η ίδια πράγματι είναι σε θέση να διαπραγματευθεί. Αντιθέτως το χρεοκοπημένο ελληνικό καθεστώς, που έχει παραχωρήσει από πριν τα πάντα και είναι σφιχτά και παντοιοτρόπως εξαρτημένο και ελεγχόμενο από τους ιμπεριαλιστές, μάλλον δεν είναι σε θέση να διαπραγματευθεί πολύ. Εκλιπαρεί για τη στήριξη και την εύνοια των «συμμάχων» και σε αυτή τη στάση εντάσσονται και οι αγορές στρατιωτικού υλικού.
Από τα παγωμένα σπίτια της ανεργίας και της φτώχειας και τις παραπαίουσες μικροεπιχειρήσεις, ο ελληνικός λαός παρακολουθεί για άλλη μια φορά, μια φθηνιάρικη και ασόβαρη δημαγωγία, όπως αυτή του κυβερνητικού βίντεο για τα νέα αεροσκάφη, που τον καλεί σε επιπλέον θυσίες στον όνομα της πατρίδας και της εθνικής ασφάλειας. Στο βαθμό που το ξενόδουλο καθεστώς και οι κυβερνήσεις του διαχρονικά έχουν αποδείξει ότι δεν μπορούν να εξασφαλίσουν τίποτα από αυτά, αυτό το ψέμα γίνεται ολοένα και λιγότερο πειστικό στα μάτια και τα αυτιά του πληγωμένου λαού...
Σπύρος Κ.

Αναδημοσίευση από το νέο τεύχος του περιοδικού Πορεία.

Διαβάστε επίσης